Τι είναι η Θεραπευτική Άσκηση
Η θεραπευτική άσκηση ονομάζεται ένα πρόγραμμα εκγύμνασης που εξασφαλίζει τη μετάβαση από την ανικανότητα λόγω μιας πάθησης του μυοσκελετικού συστήματος στην επανένταξη στη φυσιολογική ζωή.
Καταστάσεις όπως μια επέμβαση, ένα σοβαρό ατύχημα, ένα κάταγμα ή εξάρθρημα, αλλά και χρόνιες καταστάσεις όπως οσφυαλγίες και αυχεναλγίες οδηγούν συχνά σε καταστάσεις έλλειψης δύναμης και αντοχής, μυϊκής ατροφίας και γενικότερης μείωσης της φυσικής κατάστασης, ακόμα και αν έχει υποχωρήσει εντελώς το άλγος και έχει αποκατασταθεί πλήρως το εύρος κίνησης.
Μέσω της Θεραπευτικής Άσκησης ο ασθενής μπορεί να καλύψει το χαμένο έδαφος και να επανενταχθεί στην φυσιολογική ζωή.
Το πρόγραμμα της Θεραπευτικής Άσκησης είναι απόλυτα εξατομικευμένο στις ιδιαιτερότητες και την παθολογία κάθε ασθενούς μετά από λεπτομερή κλινική εξέταση και σε συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό του ασθενούς.
Σε τι διαφέρει η Θεραπευτική Άσκηση με αυτήν που πραγματοποιείται σε μαζικούς χώρους άθλησης;
Η Θεραπευτική Άσκηση γίνεται υπό τη συνεχή επίβλεψη εξειδικευμένου φυσικοθεραπευτή. Το πρόγραμμα εκγύμνασης καθορίζεται με εξατομικευμένο τρόπο και πάντα με σεβασμό σε τυχόν περιορισμούς που υπάρχουν όταν συνυπάρχει κάποια πάθηση.
Απευθύνεται κατά κανόνα σε άτομα που έχουν κάποια πάθηση όπως οσφυαλγία, πόνο στον αυχένα (αυχενικό σύνδρομο), παγωμένο ώμο, ατύχημα (κάταγμα, εξάρθρημα, διάστρεμμα) , χειρουργική επέμβαση (αρθροπλαστική ισχίου, αρθροπλαστική γόνατος, επέμβαση μηνίσκου, επέμβαση προσθίου χιαστού, αρθροσκόπηση ώμου κλπ), συστηματική νόσο (ρευματοειδή αρθρίτιδα, αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα, ψωριασική αρθρίτιδα κλπ).
Λόγω της προϋπάρχουσας παθολογίας η άσκηση πρέπει να είναι απόλυτα προσαρμοσμένη στους περιορισμούς που υπάρχουν λόγω του πόνου ή των πιθανών οδηγιών του γιατρού για μερική φόρτιση της πάσχουσας περιοχής. Ο φυσικοθεραπευτής πρέπει να εξετάσει κλινικά τον ασθενή ώστε να εντοπίσει πιθανά προβλήματα τόσο στη δύναμη κάποιων μυών, όσο και στην κίνηση κάποιων αρθρώσεων, για να βρει τις κατάλληλες ασκήσεις που μπορεί να εκτελέσει ο ασκούμενος και τον κατάλληλο βαθμό δυσκολίας ώστε η άσκηση να έχει ένα βαθμό δυσκολίας για να βελτιώνει τη δύναμη και την αντοχή του ασθενή, αλλά από την άλλη να είναι απολύτως ασφαλής γι’ αυτόν.
Πριν την έναρξη της άσκησης υπάρχει η επικοινωνία φυσικοθεραπευτή και θεράποντα ιατρού ώστε να καθοριστούν τα όρια ασφάλειας μέσα στα οποία η άσκηση μπορεί να οργανωθεί.
Ο φυσικοθεραπευτής έχει συνεχώς υπο την επίβλεψή του τον ασθενή, διορθώνει την τεχνική του όπου χρειάζεται και εάν υπάρξει κάποια ενόχληση παρεμβαίνει αμέσως για τροποποιήσει την άσκηση ώστε να μην τραυματιστεί ο ασθενής. Παρέχεται έτσι η μέγιστη ασφάλεια.